Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

Τη δυνατότητα καλλιέργειας δίκοκκου σιταριού (ΖΕΑΣ) δίνει φέτος το υπουργείο

Την αναβίωση της αρχαίας ποικιλίας του δίκοκκου σιταριού, γνωστού και ως Ζέα, επιχειρεί ένας καλλιεργητής από την Πιερία ξεκινώντας από το πιο βασικό: Την παραγωγή σπόρου σποράς. Ο Δαμιανός Παχόπουλος εισήγαγε σπόρους δίκοκκου σιταριού (Triticum Dicoccum) από την Ιταλία και τους έσπειρε στο αγρόκτημά του Koukos Inn στον Κούκο Πιερίας.

Αντί να κάτσει να περιμένει τον Ιούνιο για τη συγκομιδή ξεκίνησε από τώρα την προώθηση του προϊόντος του σε άλλους παραγωγούς ώστε να δημιουργηθούν πυρήνες καλλιέργειας σε κάθε νομό της χώρας και το ψωμί που θα παραχθεί να διατίθεται τοπικά σε φούρνους.

Το πλεονέκτημα του προϊόντος είναι ότι δεν θα περιέχει γλουτένη, χωρίς να γίνεται καμία επεξεργασία στον σπόρο, όπως γίνεται στις άλλες ποικιλίες, που σημαίνει ότι είναι κατάλληλο για όσους πάσχουν από κοιλιοκάκη και δεν μπορούν να φάνε κανονικό ψωμί. Το δίκοκκο σιτάρι, άλλωστε, έχει παρόμοια χαρακτηριστικά με ένα άλλο δημητριακό, που δεν περιέχει γλουτένη και έχει μεγάλη πέραση στη Β. Ευρώπη, το ντίνκελ.

Στην Ελλάδα ευδοκιμεί καλύτερα το δίκοκκο σιτάρι, αφού παραγόταν μαζικά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920, οπότε και απαγορεύτηκε μέχρι σήμερα. Πλέον υπάρχει η δυνατότητα από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για καλλιέργεια έως 2.000 στρεμμάτων για φέτος, με την προοπτική να επεκταθεί.
Η τεχνική της καλλιέργειαςΟι καλλιεργητικές τεχνικές και τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται είναι ίδια με τις άλλες ποικιλίες μαλακού σιταριού, αλλά για να επιτευχθεί η απαιτούμενη ποιότητα, ο παραγωγός πρέπει να σπείρει πάνω από 20 κιλά πιστοποιημένο σπόρο ανά στρέμμα.

Το Σάββατο, 12 Ιανουαρίου, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση καλλιεργητών και ενδιαφερομένων για απόκτηση σπόρων από τη φετινή σοδειά. Ο κ. Παχόπουλος ενημέρωσε τους παρευρισκόμενους για τις τιμές όπου προπωλεί τους σπόρους και τους εξήγησε ότι μπορούν ακόμα και να δηλώσουν την καλλιέργεια στις αιτήσεις ΟΣΔΕ, ως δίκοκκο σιτάρι.

Οι αποδόσεις του κυμαίνονται ανάλογα με την περιοχή, με βάση και τις αποδόσεις των άλλων ποικιλιών σιταριού. Tο ύψος του φτάνει 85 μέχρι 105 εκ. αλλά δεν πλαγιάζει εύκολα από τον αέρα και τη βροχή, γιατί, όπως είναι δίκοκκος ο σπόρος, φυτρώνει με διπλή ρίζα με μεγάλο θύσανο και έχει πολύ ανθεκτικό στέλεχος.

Είναι ευκολότερο στη καλλιέργεια για τους βιοκαλλιεργητές, σύμφωνα με τον κ. Παχόπουλο, γιατί έχει δυνατή και πυκνή ρίζα με αποτέλεσμα να ανταγωνίζεται με επιτυχία τα ζιζάνια, ο δε καρπός του, προφυλαγμένος από τον φλοιό, αντέχει περισσότερο στις ασθένειες και κάνει ασφαλέστερη τη διατήρησή του στην αποθήκη μετά τη συγκομιδή.

Το καλλιεργητικό κόστος είναι το ίδιο με τη συμβατική καλλιέργεια σιταριού. Η τιμή του πιστοποιημένου σπόρου είναι ακριβότερη, αλλά όταν επιμεριστεί στα παραγόμενα κιλά δεν επιβαρύνει τόσο το κόστος. Η επιπλέον επιβάρυνση, που πρέπει να υπολογιστεί μέχρι το στάδιο της αλευροποίησης, υπάρχει μόνον στον καθαρισμό και την αποφλοίωσή του, τα οποία κυμαίνονται ανάλογα με την καθαρότητα, το μέγεθος του κόκκου και την ποσότητα του σιταριού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου